Οι καριερίστες χρειάζονται κι αυτοί οάσεις στην έρημο του νεοφιλελευθερισμού. Μόνο που και οι οάσεις έχουν καταστραφεί: όσοι αναζητούν εκεί καταφύγιο, κουβαλάνε μαζί τους την άμμο της ερήμου.
Το κείμενο της αφίσας:
Ζούμε τη νεοφιλελεύθερη πλημμύρα. Οι φωνές μας αναδύονται θολές μεσ’ από μια θάλασσα λυσσασμένων σάλιων της ατομικής επιτυχίας. Κι όμως συναντιούνται.
Καμιά σειρήνα δεν προειδοποίησε τον καταποντισμό. Το 112 απεργεί κατά της πραγματικότητας.
Θρασύδειλοι κροκόδειλοι που κλαίν ψηφιακά παραμονεύουν ολόγυρά μας. Ανάμεσα στα σαγόνια τους μας περιμένουν ασκήσεις δημοκρατίας και ανθρωπιστικές διδαχές, μηνύσεις εκπολιτισμού κι υπαγορεύσεις θεσμικών δικαιωμάτων.
Για όσους ζουν υπηρετώντας το CV τους, χαρούμενα εγκλωβισμένοι στον κύκλο του βιογραφικού, τα πάντα μοιάζουν με μειοψηφία. Εφόσον οι ίδιοι δε θα σταματήσουν ποτέ να μειοψηφούν έναντι του πάντα λειψού και δυνητικά πάντα ανταγωνιστικότερου, πάντα αποδοτικότερου και παραγωγικότερου, πάντα βελτιστοποιήσιμου εαυτού τους, στον εφιαλτικό ιππόδρομο της ατομικής ανέλιξης και επιτυχίας, που είναι ο εμπορευματικός κόσμος. Θυμίζουν τους ναυαγούς: ό,τι αγγίζουν είναι γι’ αυτούς σωσίβιο, και αργά ή γρήγορα θα βυθιστεί μαζί τους.
Οι μιντιακοί ιεροεξεταστές, ως εικονικοί ναυαγοσώστες των εξετάσεών τους δεν εκπλήσσουν κανέναν πέρα απ’ τον αλγόριθμο με το ρυθμό που ποστάρουν. Το μίσος τους για ό,τι ζωντανό ανακλάται στα βλέμματα των παιδιών που ακόμη αγωνίζονται για να μη ζήσουνε σα δούλοι και το μόνο που καταφέρνουν είναι να γίνουν και οι ίδιοι μισητοί, ως πρότυπα παραδείγματα του κόσμου για τον οποίο δουλεύουν. Η ανωνυμία δεν καμουφλάρει την αθλιότητα, ούτε και τους προστατεύει απ’ τον πραγματικό κίνδυνο: τον εαυτό τους.
Σήμερα θέλουν να σπουδάσουν «ανεμπόδιστα» και με όποιο κόστος, φωνάζοντας για τις γνώσεις τους. Αύριο θα θέλουν να δουλέψουν «απρόσκοπτα», και θα γαβγίζουνε «για το ψωμί τους», ενώ δεν κάνουν ένα διάλειμμα απ’ το scrolling για να δουν πως σε κάποια παιδιά έλαχαν μόνο ψίχουλα, και πως ίσως, σε λίγο, κι αυτό να αποτελεί τη νέα πολυτέλεια.
Η συνείδησή τους διαρκεί όσο ένα TikTok, όταν καταφέρει να μείνει ελάχιστα σταθερή και δεν ανεβοκατεβαίνει σα μετοχή, οραματιζόμενη μεταπτυχιακά και μοριοδοτούμενα σεμινάρια. Η ενσυναίσθησή τους είναι η ενσυναίσθηση που νιώθει ο δήμιος για το κεφάλι που πρόκειται να κόψει.
«Η απάθεια είναι στάση μες στον πόλεμο που μαίνεται». Αλλά μια τέτοια κουβέντα είναι χαϊδολόγημα γι’ αυτούς τους ολόψυχα στρατευμένους καριερίστες που πασχίζουν να ερημώσουν ό,τι επιμένει ν’ αντιστέκεται σε μια δυστοπία της οποίας οι άνθρωποι θα αξίζουν όσο το κόστος της αγοραίας επιτυχίας τους.
Με τις αμελητέες τους προσπάθειες και αρκετή φασαρία αποτυγχάνουν να εμποδίσουν έναν αγώνα ο οποίος αν δεν κάνει ακόμα έφοδο στον ουρανό, αν δεν έχει καταφέρει ακόμα να εξαναγκάσει το κράτος να παραδεχτεί την ήττα του, τουλάχιστον μάχεται για να μην παραδώσει τον κόσμο στους επόμενους πιο απάνθρωπο απ’ ότι τον βρήκε. Οι καριερίστες ας μην έχουν πολλές ελπίδες κανονικότητας. Τα σημάδια προμηνύουν θύελλα.
Η εποχή στο πέρασμά της γίνεται πιο αναλώσιμη, πιο φονεύσιμη και περισσότερο εμπορεύσιμη. Οι δήμιοι πολλαπλασιάζονται με τα συνέδρια και τα ECTS. Ο μελλοθάνατος είναι οι τελευταίες στοιχειώδεις ελευθερίες μας. Αλλά οι δήμιοι πάντα δουλεύουν για κάποιον ανώτερο. Οι καριερίστες είναι οι self-made αντιπρόσωποι της εξουσίας στη γη των κολασμένων. Πλανούνται πως είναι ο κάποιος για τον οποίο δουλεύουν. Ως παραγωγοί, προϊόντα και διαφημιστές του εαυτού τους επιτελούν το έργο της εξουσίας φανατικότερα απ’ αυτή κι ακόμη είναι οι φορείς της σε σημεία που η ίδια δυσκολεύεται να φτάσει χωρίς κόστος: όπου δε φτάνει το γκλοπ του μπάτσου, φτάνουν τα σάλια του καριερίστα.
Ο καριερίστας μέσα στην επιθετική αμηχανία του τραυλίζει δημοκρατικά ολομόναχος στον κατεξοχήν βιότοπό του: το ίντερνετ. Η λύσσα του να αποφοιτήσει παρελαύνει αγκαζέ με τα παροράματα εξουσίας που ηδονίζουν την παραγωγικότητά του. Ευαγγελίζεται μια μητροπολιτική ζούγκλα για αγώνες επιβίωσης τύπου free-for-all, όπου η ελευθερία του λόγου, που επαναληπτικά επικαλείται, περιορίζεται μεταξύ άρθρων του συντάγματος και ρητορικής καθεστωτικών καναλιών. Βουρκώνει με διακηρύξεις του ΟΗΕ, μα περισσότερο κλαίει τη μοίρα του γιατί δεν είναι ακόμη αρκετά επιτυχημένος, αρκετά ισχυρός για να θριαμβεύσει στη καπιταλιστική ζούγκλα που απεργάζεται — ποτέ δε θα ’ναι. Βλέπει τον κόσμο σε μετρήσιμα ποσά, σε υπολογίσιμες μονάδες, κι έτσι δεν τον υπολογίζει κανείς πέρα απ’ τους εκμεταλλευτές του.
Η ομαλή λειτουργία του πανεπιστημίου είναι ο ομαλός αποκλεισμός όσων δεν κληρονόμησαν μια περιουσία για να κερδίσουν θέση στα επικείμενα φοιτητικά πελατολόγια.
Η αποτυχία του καριερίστα να επιτελέσει τον ρόλο του, να φέρει εις πέρας ό,τι του υπαγορεύτηκε απ’ τα βιβλία αυτοβελτίωσης, τις Γλύκατζη-Αρβελέρ και τους Andrew Tate, οφείλεται στο ανάχωμα που αποτελούν οι καταλήψεις σε όλη τη χώρα, δίνοντας ζωή στα θλιβερά πολεοδομήματα του πανεπιστημίου, αλλάζοντας παροντικά τη χρήση τους: η εκπληκτική πλήξη των διαδρόμων γίνεται πέρασμα για σχέσεις πέραν του εξουσιαστικού πολιτισμού και η μονοτονία των φουαγιέ γίνεται τόπος γνωριμιών, συνελεύσεων, παιχνιδιού, εκδηλώσεων — εμπειριών ακοστολόγητων.
Τα άτομα που λαμβάνουν θέση ενάντια στις καταλήψεις δεν είναι απόλυτα αφελή· αντιλαμβάνονται αυτό για το οποίο μιλάμε: για τη συνεχόμενη υποβάθμιση των ζωών μας. Έχουν όμως την εσφαλμένη εντύπωση ότι τρέχοντας το δρόμο του ατομικισμού θα προλάβουν να ξεφύγουν από τη φτώχεια που τα κυνηγάει. Εξάλλου, αυτός ο κόσμος μοιάζει με καράβι που βουλιάζει και στα πραγματικά ναυάγια είναι οι ποντικοί που πηδάνε πρώτοι στη θάλασσα.
ΝΑ ΚΑΤΑΡΡΙΨΟΥΜΕ ΤΙΣ ΑΥΤΑΠΑΤΕΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ
ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΑΚΥΒΕΡΝΗΤΟΙ ΚΑΙ ΝΑ ΜΕΙΝΟΥΜΕ ΕΤΣΙ
[Υλικό ελεύθερο προς οικειοποίηση, ενθαρρύνεται η χρήση του για βεβήλωση πάσης φύσεως ιδρυμάτων]
Πληνάδελφοι/Πληναδέλφισσες