Κείμενο αλληλεγγύης με τις εκκενωμένες καταλήψεις


“Δεν μοιράζομαι την λεγόμενη ηθική σας που προωθεί ως αρετή τον σεβασμό προς την ιδιοκτησία την ίδια στιγμή που δεν υπάρχουν χειρότεροι κλέφτες από τους ιδιοκτήτες. Θεωρείστε τους εαυτούς σας τυχερούς κύριοι που αυτή η προκατάληψη ριζώθηκε στον λαό κάνοντας τον, τον καλύτερο σας μπάτσο. Προσέξτε όμως γιατί όλα τα πράγματα έχουν ένα τέλος. Ό,τι οικοδομήθηκε με την πανουργία και την επιβολή, με τα ίδια μέσα θα καταστραφεί. Οι άνθρωποι αλλάζουν μέρα με την μέρα. Βλέπετε, μαθαίνοντας αυτές τις αλήθειες και συνειδητοποιώντας τα δίκια τους, όλοι οι πεινασμένοι, όλα τα θύματα σας, θα οπλιστούν με λοστούς και θα σαρώσουν τα σπίτια σας παίρνοντας πίσω τον πλούτο που αυτοί δημιούργησαν και που εσείς τους τον κλέψατε.”

-Marius Jacob, αναρχικός ιλλεγκαλιστής.

Το πρωί της 25ης Αυγούστου, ΟΠΚΕ υπό την κάλυψη ΔΕΛΤάδων, εισέβαλαν σε δύο καταλήψεις του κέντρου της Αθήνας, αυτήν του Άνω-Κάτω Πατησίων και των Ζιζανίων, κόβοντας τις παροχές ρεύματος και νερού και σφραγίζοντάς τες με λαμαρίνες και τσιμέντο. Το Άνω-Κάτω αποτελεί μια από τις μακροβιότερες καταλήψεις του α/α-κινήματος επιμένοντας, εδώ και πάνω από 27 χρόνια, να πραγματοποιεί πλήθος αντιφασιστικών, αντιεμπορευματικών και αντικρατικών δράσεων στην γειτονιά των Πατησίων, προωθώντας σταθερά την κουλτούρα της αυτοοργάνωσης και της κοινωνικής αλληλεγγύης, μέσα από εκδηλώσεις, συλλογικές κουζίνες και παρεμβάσεις για πλήθος ζητημάτων. Τα Ζιζάνια εμφανίστηκαν ως μια επιλογή αγώνα εν μέσω του δεύτερου λοκντάουν αψηφώντας την αυξανόμενη αστυνόμευση και τρομοκρατία, αλλά και το μοντέλο ιδιώτευσης που θέλει αδιαφορία, ανταγωνισμό και ιδιοκτησία, κλειστές πόρτες, υποτιμημένες ζωές και γειτονιές. Κι οι δύο αυτοί απελευθερωμένοι χώροι ήταν εφαλτήριο αντίστασης, ένα σημείο αντιπληροφόρησης και οργάνωσης, ένα ανάχωμα στη λαίλαπα του εξευγενισμού, τη ρατσιστική και σεξιστική βία.

Σχεδόν μια εβδομάδα αργότερα, η αστυνομία πραγματοποιεί εισβολή σ’ ένα από τα επίσης μακροβιότερα αυτοδιαχειριζόμενα φοιτητικά στέκια, στη σχολή Χημικών Μηχανικών της Πολυτεχνειούπολης. Η επίθεση αυτή πραγματοποιείται τα χαράματα, πριν ακόμη οι φοιτητές φτάσουν στο ίδρυμα. Τα αντανακλαστικά του αυτοδιαχειριζόμενου στεκιού ήταν μαχητικά και άμεσα, με αποτέλεσμα την ανάκτηση του στεκιού, η οποία και απαντήθηκε από βίαιη αστυνομική επίθεση στο στέκι, εντός πανεπιστημιακού χώρου, που οδήγησε σε 3 συλλήψεις. Η εκδικητικότητα και η προσπάθεια τρομοκράτησης του αναρχικού χώρου από το κράτος φαίνεται και από τις επόμενες ημέρες, με 2 ακόμη συντρόφια μας να συλλαμβάνονται σε διάφορα σημεία της Αθήνας και να λαμβάνουν δικογραφίες για τις 11/9, όποτε και είχε οριστεί η δίκη των τριών συντροφισσών που συνελήφθησαν στην Πολυτεχνειούπολη. Παρά την συνθήκη αυτή, το αυτοδιαχειριζόμενο στέκι βρίσκεται και πάλι στα χέρια του κινήματος. Αντίστοιχη αν και λιγότερο θεαματική κίνηση έγινε και ενάντια στο στέκι των Καλιαρντών στην Νομική της Αθήνας, με τα συντρόφια να βρίσκουν στις 4 Σεπτεμβρίου, την πρώτη μέρα επανέναρξης της λειτουργίας του πανεπιστημίου δηλαδή, τον χώρο τους εκκενωμένο και διαμορφωμένο ως αίθουσες διδασκαλίας.

Ιστορικά, τα πανεπιστημιακά ιδρύματα είχαν ειδική σημασία για το κίνημα ως ορμητήρια αγώνα, αλλά και ως χώροι συνεύρεσης και οργάνωσής του. Τα ιδρύματα αυτά επιλέγονται διαχρονικά ως χώροι πραγματοποίησης πλήθους συνελεύσεων και εκδηλώσεων του α/α-χώρου, αλλά και ως τόποι όπου στήνονται πιο μόνιμες δομές του κινήματος όπως καταλήψεις, μέσα αντιπληροφόρησης και αυτοδιαχειριζομενα στέκια. Τα αυτοδιαχειριζόμενα στέκια εντός των πανεπιστημιακών χώρων ανέκαθεν έβαζαν φραγμό σε μια συνθήκη που προσπαθεί να επιβάλει εξευγενισμό, ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης και μετατροπή των πανεπιστημίων σε επιχειρήσεις, στην απόπειρα αστυνομικών επεμβάσεων με στόχο την ενίσχυση του μηχανισμού ελέγχου, επιτήρησης και σταθεροποίησης μιας εκπαίδευσης με δίδακτρα και με φόντο τα εθνικά ιδεώδη. Προσπαθώντας συνεχώς να αποφύγουν την αφομοιωτική λογική του φοιτητικού συνδικαλισμού και της πελατείας που δημιουργούσαν τα φοιτητικά μορφώματα των κομμάτων εξουσίας, επιμένουν να δημιουργούν, να ανοίγουν αγώνες που αφορούν τις ζωές μας εντός των πανεπιστημίων. Να απορρίπτουν τις ατομικές καριέρες και να προτάσσουν σχέσεις αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας. Να προσπαθούν να κρατήσουν επιχειρηματίες και στρατούς εκτός των ερευνητικών προγραμμάτων. Να επιμένουν με πείσμα και θράσος να αντιλαμβάνονται τα πανεπιστήμια ως πεδίο αγώνα κι ως έδαφος για την ανάπτυξη ιδεών και πρακτικών που η κρατική καταστολή προσπαθεί να ισοπεδώσει.

Η καταστολή όλων των παραπάνω έχει βαρύνουσα σημασία για το κράτος. Η αγαστή συνεργασία των πανεπιστημιακών αρχών και της ΕΛ.ΑΣ έχει αναδειχθεί πολλάκις τα τελευταία χρόνια, με τους μπάτσους να πραγματοποιούν χτυπήματα με εντολοδόχους πρυτάνεις, κοσμητείες και υπουργούς παιδείας. Από τις εκκενώσεις των καταλήψεων Βανκούβερ και Terra incognita, την κατεδάφιση του στεκιού στο Βιολογικό του ΑΠΘ και τις αλλεπάλληλες επιθέσεις σε αυτοδιαχειριζόμενα στέκια στην ΑΣΟΕΕ, την Πολυτεχνειούπολη και την Νομική, μέχρι τα μεγαλεπίβολα σχέδια για την ερημοποίηση του κάτω πολυτεχνείου και τις μπούκες στις εστίες ΦΕΠΑ και ΦΕΜΠ. Το κράτος προσπαθεί να αποπολιτικοποιήσει την υπαρξή μας και να αποσιωπήσει τις καταλήψεις μας εκεί εν μέσω ενός σόου «νομιμότητας» με αντίστοιχα δελτία και σποτάκια.

Μέσα στους χώρους που απαλλοτριώνουμε από την κυριαρχία σφυρηλατούμε και διαφυλάσσουμε τις συνειδήσεις μας φέροντας την ευθύνη της πολιτικής μας ανάλυσης και θέσης. Συλλογικοποιούμε τις ανάγκες και τις επιθυμίες μας, ερχόμαστε σε σύγκρουση με τον κόσμο της ιδιοκτησίας. Η κατάληψη των εγκαταλελειμμένων κτιρίων κι η απαλλοτρίωση βασικών αγαθών είναι μερικοί από τους τρόπους για να πάρει το κάθε άτομο τη ζωή του στα χέρια του. Όταν μιλάμε για κίνημα των καταλήψεων, αναφερόμαστε στην κίνηση εκείνη και την κοινή δράση που έχουν εκφράσει ή εκδηλώσει μέσα στα χρόνια άτομα που επιλέγουν την απαλλοτρίωση, την αυτοοργάνωση, τη συνδιοργάνωση εκδηλώσεων, τις κοινές αφισοκολλήσεις, τη διάρριξη του κυρίαρχου μοντέλου ζωής “οικογένεια-δουλειά-νοίκι”. Είναι η επιλογή της καθημερινής αλληλεγγύης με τα απανταχού γης κολασμένα, καταπιεζόμενα και εκμεταλλευόμενα άτομα. Το στήσιμο αναχωμάτων στη βία της κανονικότητας. Η επίθεση για την καταστροφή του υπάρχοντος, για την οικοδόμηση μιας άλλης ζωής χαράς, ελευθερίας και ισότητας, για την ατομική και συλλογική απελευθέρωση.

Η κάθε κατάληψη αναπτύσσεται και οργανώνεται διαφορετικά όσον αφορά την επαφή με την γειτονιά, τον τρόπο που οργανώνεται η καθημερινότητα ή η παρέμβαση σε κεντρικά πολιτικά ζητήματα. Οι καταλήψεις σπάνε το δίπολο ανάγκης-επιλογής παίρνοντας την μορφή στεγαστικών, μεταναστευτικών, στεκιών και κοινωνικών κέντρων, κοινοτήτων αγώνα και συμβολικών απαλλοτριώσεων, ανάλογα με τις επιλογές αγώνα και τα χαρακτηριστικά που τους δίνει η κάθε σύνθεση.

Ζούμε σ’ ένα κόσμο όπου η ιδιοκτησία όχι μόνο αποτελεί το πλέον ιερό θέσφατο της δυτικής κοινωνίας, αλλά μας έχει εντυπωθεί και ως ένα αναπόδραστο κομμάτι της ολοκλήρωσής μας, όπου σχεδόν δεν υπάρχουμε αν δεν μας ανήκει κάτι. Και σ’ αυτόν τον κόσμο, η αμφισβήτηση της ιδιοκτησίας, όποια μορφή και αν έχει, αποτελεί ειδεχθές έγκλημα το οποίο πρέπει να παταχθεί βιαίως και απόλυτα. Το γεγονός ότι οι καταληψεις δεν αποτελούν χώρους που η όποια «πρόνοια» και σχέση προέρχεται από την εξουσία, αποτελεί αναπόφευκτα ένα πεδίο σύγκρουσης. Εξού και τα ιδεολογήματα του κράτους που, αναλόγως με τον εκάστοτε διαχειριστή της εξουσίας, συγκροτούνται πότε γύρω από την κοινοφελή χρήση των χώρων για την κοινωνία (σχολεία-άσυλα), πότε ως μεγάλες νίκες απέναντι στην ανομία και την τρομοκρατια και πότε ως απλό δελτίο των 8 και μια συστημική κανονικότητα αποπολιτικοποιώντας και αποσιωπώντας τις αντιστάσεις. Οι καταλήψεις δεν είναι απλά παράνομες αλλά αμφισβητούν στον πυρήνα τους τις ίδιες τις έννοιες του νόμου(ως Δίκαιο) και της ιδιοκτησίας(ως εξουσία).

Οι πρόσφατες επιθέσεις σε κατειλημμένους και αυτοοργανωμένους χώρους αποτελούν το επόμενο βήμα σε μια επίθεση που κλιμακώνεται και εντείνεται συνεχώς. Βρισκόμαστε σε μια συγκυρία που το κράτος εξαπολύει επίθεση σε όλα τα κοινωνικά πεδία, στα πλαίσια της οποίας στοχεύει όλο και πιο έντονα στη διάλυση κέντρων αγώνα και κατειλημμένων/απελευθερωμένων χώρων, καθώς και στον περιορισμό του δημοσίου χώρου, τον οποίο και αναγνωρίζει ως πεδίο κερδοφορίας μέσω αναπλάσεων και παράδοσής του σε επιχειρηματικά συμφέροντα. Γίνεται για μία ακόμη φορά εμφανής η συνεργασία ιδιωτών, real estate μανατζαρέων και πανεπιστημιακών αρχών με τους μπάτσους και τον κρατικό μηχανισμό. Με την εκκένωση στεκιών και κατειλημμένων χώρων του κέντρου, μετά τις λαμαρίνες και τη στρατοπέδευση μπάτσων σε πλατείες, λόφους και πάρκα, με συνεχείς επιχειρήσεις σκούπα στο κέντρο, τιμωρητικές φυλακίσεις, παρακολουθήσεις αγωνιστ(τρι)ών ως μια προσπάθεια τρομοκράτησης και προπαγάνδισης επιτυχιών επι του δόγματος «νόμος και τάξη», το κράτος προσπαθεί να καλύψει τις ανεπάρκειές του, να εκμηδενίσει τις αντιστάσεις και τον ζωτικό χώρο ζύμωσης και αυτοοργάνωσης. Το κράτος, όμως, οπλοφορεί και δεν διστάζει να πυροβολεί, να φέρει το βάρος των κρατικών δολοφονιών και να συνεργάζεται με φασίστες και μαφιόζους.

Αποδεικνύει ότι έχει συνέχεια, με την κυβέρνηση της ΝΔ να παίρνει τη σκυτάλη απ’ τους προηγούμενους διαχειριστές της εξουσίας, την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, που πραγματοποίησαν πάνω από 25 εκκενώσεις πολιτικών και στεγαστικών καταλήψεων μέσα σε μια τετραετία.Η ΝΔ με το περίφημο «τελεσίγραφο Χρυσοχοϊδη» εξαπολύει ευθεία απειλή μαζικών εκκενώσεων, ενώ παράλληλα ψηφίζει νομοθετήματα που επιτρέπουν την εμπορική εκμετάλλευση χώρων που είχαν προηγουμένως χαρακτηριστεί διατηρητέοι,την μουσειοποίηση ή και την κατεδάφιση ορισμένων εξ’ αυτών, όπως η ΥΦΑΝΕΤ και τα Προσφυγικά. Ως απάντηση στην κίνηση αυτή το καταληψιακό κίνημα συσπειρώθηκε σε μία μάχη που, παρά τις σημαντικές απώλειες, έχει να αναδείξει ανακαταλήψεις, μαζικές πορείες και στιγμές υπεράσπισης που θα μείνουν ανεξίτηλες στη συλλογική μνήμη, όπως αυτές των Ματρόζου και Παναιτωλείου στο Κουκάκι, της Δερβενίων στα Εξάρχεια εν μέσω καραντίνας, της Ντουγρού στην Λάρισα και σε κάθε νυχτερινό ραντεβού.

Οι επιθετικές στρατηγικές του κράτους απέναντι στις καταλήψεις από το κόψιμο ρεύματος, νερού, τη λασπολογία και παραπληροφόρηση των ΜΜΕ έως τις ποινικές διώξεις καταληψιών και τη βία αποτελούν κομμάτι μιας μάχης που καλείται το κίνημα να αντιμετωπίσει διαχρονικά και πέρα των συνόρων. Η πολιτική αντιεξέγερσης και καταστολής,δομικό στοιχείο για την ύπαρξη και διατήρηση του κράτους, δεν σταματάει στις συνεχείς εκκενώσεις, τις συλλήψεις, την αυξανόμενη ψηφιακή και μη επιτήρηση. Ο πόλεμος μαίνεται με καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, τη λεηλασία της φύσης και τη διαχείριση πληθυσμών να αποτελούν πεδία μαχών για κάθε αγωνιζόμενο άτομο.

Τα κατασταλτικά μέτρα είναι κινήσεις επίθεσης, αλλά και άμυνας. Αναδεικνύουν τις αδυναμίες του κράτους και συνενωνόμαστε για να τα ανατρέψουμε. Γνωρίζουμε καλά και από τα μέσα τις αποτυχίες και αδυναμίες του, ήμασταν και θα είμαστε εκεί σε κάθε επίθεση και θα μας βρίσκει μπροστά του. Οι καταλήψεις και τα στέκια μας ήταν και θα παραμείνουν αξιοποιημένα από εμάς, τους ίδιους εξωσχολικούς και γείτονες, αγωνίστριες και μετανάστες, μικρές και μεγάλους. Μας χτυπάνε γιατί μας φοβούνται ακόμη, γιατί ξέρουν καλά ότι έχουμε μάθει να διεκδικούμε και όχι να αιτούμαστε και να συμβιβαζόμαστε με τα κουπόνια και τους όρους υποτέλειας που επιβάλλουν. Τίποτα δεν άλλαξε στην ανάλυσή μας από παλιά. Όπως έχουμε μάθει να χάνουμε, έχουμε μάθει και να κερδίζουμε.

Μέσα στις καταλήψεις δεν διεκδικούμε μόνο τον χώρο που μας κλάπηκε από την ιδιοκτησία, αλλά επιχειρούμε να την αμφισβητήσουμε και ως έννοια που πολλες φορες, ακόμα και ως εξεγερμένα υποκείμενα, αδυνατούμε να αποτινάξουμε από το εξουσιαστικά εντυπωμένο υποσυνείδητό μας. Γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο εμπλεκόμαστε με αυτές παρά τις μεγαλύτερες ή μικρότερες προσωπικές αντιφάσεις μας, παρά την επιτυχία ή την αποτυχία στις απόπειρές μας. Η αναζωπύρωση των καταληψιακών μέσων αποτελεί απαραίτητο στοιχείο της εξεγερσιακότητάς μας.

Η βαθιά παρακαταθήκη και οι επιλογές αξιοπρέπειας που πάρθηκαν από συντρόφους στο παρελθόν εμπλουτίζοντας το οπλοστάσιο των ιδεών μας είναι πυξίδα για το αύριο. Με νέους χώρους, με την επιστροφή μας στα σπίτια του αγώνα που μας πήραν, με τη φυσική και ιδεολογική στήριξη των υπαρχουσών δομών, με την οργή μας στον δρόμο, από το κέντρο της βικτώριας μέχρι τα δάση της πολυτεχνειούπολης θα δηλώνουμε ότι τίποτα δεν τελείωσε.

Έχουμε μάθει να μην υποχωρούμε μπροστά στον θάνατο, αλλά και να στρέφουμε το βλέμμα προς την ζωή. Η ζωή μας είναι συλλογική και μαχητική κι ακόμη εδαφικοποιείται με τους δικούς μας όρους στα κτίρια του κέντρου, στις σχολές, τους δρόμους και τις πλατείες. Συνεχίζουμε να ακυρώνουμε στο δρόμο τις απαγορεύσεις κυκλοφορίας και διαδηλώσεων, να σαμποτάρουμε τα σόου, τις φιέστες και την παρουσία πολιτικών προσώπων στις γειτονιές και τα πάρκα μας απέναντι στο θέαμα κοινωνικής αποδοχής που θέλουν να πουλήσουν παρά την καταλήστευση της φύσης και της ζωής μας. Είμαστε παντού και είμαστε πολλές.

Στηρίζουμε τις δράσεις αλληλεγγύης και υπεράσπισης των καταλήψεων.

Να δώσουμε ζωή στα άδεια σπίτια

Να πάρουμε πίσω τους χώρους του αγώνα

Να επιστρέψουμε το κόστος

 

ΑΝΩ ΚΑΤΩ Η ΠΟΛΗ, ΖΙΖΑΝΙΑ ΠΑΝΤΟΥ ΚΑΙ ΑΠ’ΤΟ ΛΟΦΟ ΣΤΡΕΦΗ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΕΝΑ ΝΤΟΥ

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΑ ΔΙΩΚΟΜΕΝΑ ΣΥΝΤΡΟΦΙΑ

Αναρχικές, καταληψίες και αλληλέγγυα

από το κέντρο της Αθήνας


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *