Την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση, με τον τρόπο που διαχειρίζεται την πανδημία, έχει οδηγήσει ολόκληρο το σύστημα της Υγείας σε κυριολεκτική κατάρρευση, με τις υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας να αποτελούν, μαζί με όλων των ειδών τις δομές του εγκλεισμού, προνομιακές εστίες μετάδοσης του κορονοϊού και με μόνη απάντηση σ’ αυτό που οι πολιτικές της παράγουν, μιαν ακόμα πιο ασφυκτική καταστολή, δεν παύει, ωστόσο, ούτε στιγμή να αξιοποιεί αυτή την «κατάσταση εκτάκτου ανάγκης» (με τον τρόπο που η ίδια την κατασκευάζει), ως ευκαιρία για το πέρασμα των πιο αντιδραστικών και προαποφασισμένων από καιρού μέτρων.
Έτσι, η υφυπουργός Υγείας Ζ. Ράπτη, σε εκτέλεση μιας από τις βασικές πτυχές της αποστολής για την οποία διορίστηκε, την εξυπηρέτηση, δηλαδή, των ιδιωτικών κυκλωμάτων στο χώρο της ψυχικής υγείας, προχώρησε, μετά τη θεσμοθέτηση της ακούσιας νοσηλείας και σε ιδιωτικές ψυχιατρικές κλινικές, στην έκδοση, στις 23/2/21, ενός ΦΕΚ με μια υπουργική απόφαση (αριθμ.Γ3α,β/Γ.Π.οικ.10858), με την οποία ανοίγει ανεμπόδιστα ο δρόμος για την πλήρη ιδιωτικοποίηση της ψυχικής υγείας, με το ξεπούλημά της σε φορείς κερδοσκοπικούς, ή «μη» κερδοσκοπικούς.
Προβλέπεται, για την ίδρυση/ανάληψη της όποιας υπηρεσίας ψυχικής υγείας (στεγαστικής δομής, Κινητής Μονάδας, ΚΨΥ κλπ) η δυνατότητα συνεργασίας (στη λογική της γνωστής ως «Σύμπραξης Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα»-ΣΔΙΤ) του Δημοσίου, ή της τοπικής αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ), με φορείς κερδοσκοπικούς, η «μη» κερδοσκοπικούς (ή και με συμπράξεις φορέων, κερδοσκοπικών και «μη» κερδοσκοπικών). Και, σύμφωνα με το άρθρο 3 (παρ. 3. ζ και η), στην περίπτωση συνεργασίας, το Δημόσιο, ή ο ΟΤΑ, υποχρεούται να καλύπτει το 50% του προσωπικού της όποιας υπηρεσίας, αλλά και να εξασφαλίζει την δωρεάν παραχώρηση ακινήτου για την στέγαση της μονάδας. Δηλαδή, η ολοκληρωτική, πλέον, χρηματοδότηση του ιδιωτικού από το Δημόσιο και η παραχώρηση όλων των, πάλαι ποτέ αρμοδιότητας του Δημοσίου, υπηρεσιών στους ιδιώτες.
Αυτό είχε ήδη προετοιμαστεί από το ξεκίνημα της λεγόμενης «μεταρρύθμισης» στη βάση των συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων (Γ΄ ΚΠΣ και ΕΣΠΑ), όταν καθιερώθηκε, με απαίτηση και της ΕΕ, η ανάθεση ενός μεγάλου μέρους των νέων υπηρεσιών στον «μη» κερδοσκοπικό και στον, εν δυνάμει τότε, αλλά θεσμοθετημένο κερδοσκοπικό τομέα. Αυτή η ανάθεση απόκτησε περαιτέρω θεσμική και υλική υπόσταση όταν, εν μέσω μνημονίων, καθιερώθηκε η δυνατότητα κάποιος φορέας, νομικό ή φυσικό πρόσωπο, να μπορεί να έχει καικερδοσκοπική επιχείρηση (πχ, ιδιωτική ψυχιατρική κλινική) και ΜΚΟ. Είδαμε πώς αυτό λειτούργησε ως τα συγκοινωνούντα δοχεία των ακόμα πιο ανεξέλεγκτων, πλέον, διαδικασιών για την ακούσια νοσηλεία. Τώρα, έχουμε ένα βήμα παραπέρα, σε μια διαδικασία από καιρό προετοιμασμένη: όχι απλώς πριμοδότηση και περαιτέρω χρηματοδότηση του ιδιωτικού από το Δημόσιο, αλλά ξέφρενη αντικατάσταση τουΔημόσιου (όποιο κι΄ αν είναι αυτό, κατασταλτικό, δυσλειτουργικό κλπ) από το ιδιωτικό (υπηρεσίες μόνο για όποιον έχει να πληρώσει… και η καταστολή εκτός παντός ελέγχου).
Μάλιστα, αν και η υπουργική απόφαση υποτίθεται ότι αναφέρεται σε όποιες νέες υπηρεσίες δημιουργηθούν, η παροιμιώδης ασάφεια με την οποία αυτή, όπως όλες οι αποφάσεις της Ζ. Ράπτη, είναι διατυπωμένη, αφήνει ανοιχτό και επικρεμάμενο το ενδεχόμενο, στη βάση αυτής της ρύθμισης, ακόμα και οι υπάρχουσες δημόσιες δομές (με μια, πχ, απλή φραστική αλλαγή του σκοπού, του αντικειμένου τους κλπ, που θα τις κάνει να εμφανίζονται σαν κάτι «καινούργιο») να παραχωρούνται σιγά-σιγά σε ιδιώτες μέσω «συμπράξεων».
Με ανοιχτό, πλέον, και το ενδεχόμενο, εργαζόμενοι με μόνιμη, ή αορίστου χρόνου σχέση εργασίας στο Δημόσιο, να γίνονται «δωρεά» στους ιδιώτες και η μονιμότητα όσων έχουν ακόμα απομείνει, να εξανεμίζεται μέσω ΣΔΙΤ.
Μαζί με όλα όσα αντιμετωπίζουμε μέσα στην πανδημία, τέτοιες κινήσεις δεν πρέπει να περάσουν απαρατήρητες, γιατί είναι αυτές, και όχι η πανδημία, που φυτεύονται τώρα για ν’ αποτελέσουν το άκρως δυστοπικό μέλλον που ανοίγεται μπροστά μας, αν δεν αντισταθούμε.
14/4/2021