Εκδήλωση [16/11, 19:00, Κάτω Πολυτεχνείο] σε αλληλεγγύη με διωκόμενα συντρόφια


Ως “Συνέλευση Αλληλεγγύης στους φυλακισμένους, φυγόδικους και διωκόμενους αγωνιστές” καλούμε σε:

  • Εκδήλωση/ενημέρωση για τις 3 υποθέσεις: «συντροφοι/ισσες», Δ.Σ & Ρ.Ζ (Θεσσαλονίκη) και Κ. Δημαλέξη, την Πέμπτη 16 Νοέμβρη, στις 19:00 στο κάτω Πολυτεχνείο.
  • Πορεία αλληλεγγύης με τα διωκόμενα συντρόφια, το Σάββατο 18 Νοέμβρη, στις 20:00, στα σκαλάκια του Αστέρα (Καλλιδρομίου, Εξάρχεια).

ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΘΑ ΓΙΝΟΥΝ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΚΑΤΑΔΙΚΕΣ

Για τον Νοέμβρη του 2023 ορίστηκαν οι δίκες τριών διαφορετικών υποθέσεων, όπου σύντροφοι και συντρόφισσες διώκονται βάσει της πολιτικής τους δράσης. Στις 3/11 ξεκίνησε η δίκη του συντρόφου Κ. Δημαλέξη ο οποίος βρίσκεται προφυλακισμένος από τον Νοέμβριο 2022, κατηγορούμενος για την εμπρηστική επίθεση στα γραφεία της Real News στα πλάισια τρομοκρατικής οργάνωσης. Για τις 22/11 έχει οριστεί η δίκη των συντρόφων Δ.Σ. και Ρ.Ζ. στη Θεσσαλονίκη, οι οποίοι κατηγορούνται για απόπειρα έκρηξης στο σπίτι του πρώην υπουργού της ΝΔ Δ.Σταμάτη στα πλαίσια συμμορίας, ενώ στις 29/11 αναμένεται να ξεκινήσει η δίκη των τριών συντρόφων και της συντρόφισσας, οι οποίοι/α κατηγορούνται για τρεις επιθέσεις (συγκρούσεις με μπάτσους στο Γεωπονικό την ημέρα της ομιλίας του φασίστα Κασιδιάρη, συγκρούσεις με μπάτσους στα Εξάρχεια τον Σεπτέμβριο του 2019 και επίθεση στο Ίδρυμα Μητσοτάκη τον Ιανουάριο του 2020) στα πλαίσια τρομοκρατικής οργάνωσης με υπογραφή «σύντροφοι/συντρόφισσες».

Λίγα λόγια για τις υποθέσεις

1. Στις 8 & 9/3/20, ύστερα από επιχείρηση της κρατική ασφάλειας σε 3 σπίτια, μεταφέρονται στη ΓΑΔΑ συνολικά 4 συντρόφια, τρεις σύντροφοι και μία συντρόφισσα. Στο σπίτι του ενός συλληφθέντα μπάτσοι διαλύουν όλα τα δωμάτια αφού η κρατική ασφάλεια ήταν σίγουρη πως εκεί κρύβονται όπλα, κάτι το οποίο φυσικά κατέληξε σε φιάσκο. Από το σπίτι, δε, δεύτερουσυλληφθέντα συλλέγονται αντικείμενα όπως ένα ξύλινο σουβενίρ με αιχμηρό μπροστινό μέρος, ένας παλιός σουγιάς και όλες οι ηλεκτρονικές συσκευές, τα οποία οι μπάτσοι βάφτισαν «βοηθητικά όπλα για τρομοκρατικές ενέργειες». Και στα 3 σπίτια πραγμτοποήθηκεκατάσχεση πλήθους αντικειμένων, έντυπου υλικού, φωτογραφιών και ηλεκτρονικών συσκευών.

Οι 3 σύντροφοι και η 1 συντρόφισσα κατηγορούνται αρχικά για σύσταση και ένταξη σε υποτιθέμενη τρομοκρατική οργάνωση, ενεργή από το 2016, με υπογραφή «σύντροφοι/συντρόφισσες», καθώς και για μία σειρά ενεργειών κακουργηματικού χαρακτήρα οιοποίες ανέρχονταν σε 57. Αναφέρεται, μάλιστα, και δεύτερη υποτιθέμενη οργάνωση με υπογραφή«αναρχικοί, αναρχικές», η οποία υπάγεται στη «σύντροφοι/συντρόφισσες». Μοναδικό στοιχείο για τη σύλληψή τους αποτελεί η «αναγνώριση» του ενός συλληφθέντα, από δύο ασφαλίτες, σε βίντεο επίθεσης στο ίδρυμα Μητσοτάκη.

Εν τέλει, 3,5 χρόνια μετά, τα 4 συντρόφια κατηγορούνται για ένταξη -και όχι σύσταση- σε τρομοκρατική οργάνωση και για τρεις επιθέσεις: συγκρούσεις με τους μπάτσους στο Γεωπονικό την ημέρα της ομιλίας του φασίστα Κασιδιάρη και τον Σεπτέμβρη του 2019 στα Εξάρχεια και επίθεση στο Ίδρυμα Μητσοτάκη τον Ιανουάριο του 2020, στα πλαίσια τρομοκρατικής οργάνωσης (ΠΚ 187Α).

Οι συλληφθέντες/είσα, από την αρχή της δίωξης, αρνούνται όλες τις κατηγορίες δηλώνοντας δημόσια πως διώκονται αποκλειστικά για την αναρχική πολιτική τους ταυτότητα. Στα πλαίσια της ανακριτικής διαδικασίας, και επτά μήνες μετά, δεν προκύπτει κανένα στοιχείο (DNA, αποτυπώματα, κλήσεις, μηνύματα) που να συνδέει τους τέσσερεις με κάποια επίθεση. Επιπλέον, τον Σεπτέμβριοτου 2020 καταρρέει και το μοναδικό στοιχείο της δικογραφίας, καθώς η επίσημη πραγματογνωμοσύνη των ίδιων των εργαστηρίων της αστυνομίας και ανεξάρτητου τεχνικού πραγματογνώμονα, αναφέρει στο τελικό της συμπέρασμα πως λόγω κακής ποιότητας του βιντεοληπτικού υλικού είναι αδύνατη η ταυτοποίηση οποιουδήποτε προσώπου. Οι ίδιοι, λοιπόν, οι μπάτσοι παραδέχονται πως ο σύντροφος που συνελήφθη αρχικά(και με αφορμή αυτόν, διώκονται και οι υπόλοιποι) δεν ταυτοποιείται στο βίντεο της επίθεσης στο ίδρυμα Μητσοτάκη.

Μετά την προανακριτική διαδικασία τον Μάρτη του 2020 και έπειτα από μία εβδομάδα κράτησής τους στη ΓΑΔΑ, τα συντρόφια αφέθηκαν ελεύθερα με τους ιδιαίτερα σκληρούς περιοριστικούς όρους: τρία παρόν το μήνα, απαγόρευση: i)εξόδου από τη χώρα, ii)επικοινωνίας μεταξύ τους, iii)εισόδου τους στα Εξάρχεια, και iv)συμμετοχής τους σε πορείες και πολιτικές συγκεντρώσεις, καθώς και δέσμευση των περιουσιακών τους στοιχείων. Στον έναν δε εκ των διωκόμενων, τον Γ.Ι., επιβλήθηκαν ακόμη πιο ακραίοι περιοριστικοί όροι οι οποίοι περιλάμβαναν, επιπλέον, υποχρέωση μόνιμης μετεγκατάστασης στην πόλη που γεννήθηκε και, από τον Νοέμβριο του 2020, απαγόρευση εξόδου από την πόλη, εισόδου στην Αττική και χρήση οποιουδήποτε δίκυκλου οχήματος.

Οι εξοντωτικοί αυτοί περιοριστικοί όροι συνεχίζουν να ισχύουν μέχρι και σήμερα, με την τελευταία αίτηση του Γ.Ι. για άρση κάποιων εξ’ αυτών ώστε να μπορέσει να σπουδάσει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο όπου και εισήχθη τον Αύγουστο 2023, να απορρίπτεται αρχές Νοέμβρη του 2023 με βάση την αρνητική πρόταση του εισαγγελέα σύμφωνα με την οποία «.. οι περιοριστικοί όροι είναι αναγκαίοι για να αποτραπεί η τέλεση νέων εγκλημάτων».

2. Στις 27/5/20 τα ξημερώματα, μπάτσοι της ασφάλειας και της ΟΠΚΕ καταδιώκουν και συλλαμβάνουν τον σύντροφο Δ.Σ. στην περιοχή της Καλαμαριάς. Ύστερα από τον ξυλοδαρμό του και την παραμονή του στο οδόστρωμα για ώρα δεμένος πισθάγκωνα, οδηγείται στη ΓΑΔΘ όπου για 12 ώρες του αρνούνται κάθε επικοινωνία με δικηγόρο, προσπαθούν να τον υποχρεώσουν να αποδεχτεί τις πράξεις που του καταλογίζουν και να εκμαιεύσουν παραπάνω πληροφορίες σχετικά με την ζωή και την δράση του. Αρκετές ώρες αργότερα και ενώ δεν έχει ανακοινωθεί η σύλληψή του, ούτε το κατηγορητήριο, του γνωστοποιούν ότι θα πραγματοποιήσουν κατ’ οίκον έρευνα σε μια κοινότητα καταλήψεων, σε σπίτια όπου, σύμφωνα με τον φάκελο της Ασφάλειας, διέμενε για αρκετό καιρό. Το επόμενο πρωί, ακολουθεί και η σύλληψη του δεύτερου συντρόφου, Ρ.Ζ, κάτω από το σπίτι του. Ο σύντροφος μεταφέρεται στη ΓΑΔΘ, ενώ μετά από λίγη ώρα επιστρέφουν σπίτι του για κατ’ οίκον έρευνα, παρουσία εισαγγελέα. Κατάσχουν όλες τις ηλεκτρονικές συσκευές και χειρόγραφες σημειώσεις. Έπειτα μεταφέρεται και πάλι στη ΓΑΔΘ, απαγορεύοντας και σ’ αυτόν οποιαδήποτε επικοινωνία με δικηγόρο και μη γνωστοποιώντας του οποιοδήποτε έγγραφο σύλληψης.

Σχεδόν ταυτόχρονα με την δεύτερη σύλληψη, μπάτσοι εισβάλλουν με τη βία στην κοινότητα καταλήψεων των Καστρόπληκτων στην Άνω Πόλη, ενώ μεταφέρουν και τον Δ.Σ. μέχρι εκεί προσπαθώντας να του καταλογίσουν ότι μένει σε τρία διαφορετικά σπίτια της κοινότητας. Μέσα σε ένα κλίμα τρομοκρατίας, παρουσία εισαγγελέα, η συμμορία της ΕΛ.ΑΣ τον περιφέρει για αρκετή ώρα με κουκούλα στο κεφάλι. Μονάδες των ΟΠΚΕ, συνοδεία ασφαλιτών εισέβαλαν στα σπίτια διαδοχικά, σπάζοντας πόρτες και παράθυρα, ξύπνησαν όλα τα συντρόφια με προτεταμένα τα όπλα τους και απαίτησαν να τους διευκολύνουν στο “έργο” τους. Τα συντρόφια επέδειξαν γρήγορα αντανακλαστικά και από την πρώτη στιγμή στάθηκαν αλληλέγγυα, ενώ οι μπάτσοι διέλυσαν κυριολεκτικά τα σπίτια τους και προχώρησαν στην κατάσχεση όλων των ηλεκτρονικών τους συσκευών. Παράλληλα, προσπάθησαν να συνδέσουν με την υπόθεση άσχετα αντικείμενα που βρέθηκαν πέριξ ή εντός αυτών των σπιτιών. Η επιχείρηση έληξε με την προσαγωγή 10 συντρόφων/ισσων.

Ύστερα από αμφιβολίες ανακρίτριας και εισαγγελέα, οι 2 σύντροφοι, κατηγορούμενοι για απόπειρα έκρηξης στο σπίτι του πρώην υπουργού της ΝΔ Δ. Σταμάτη στα πλαίσια συμμορίας (ΠΚ 187), αφέθηκαν ελεύθεροι με σκληρούς περιοριστικούς όρους: τρία παρόν το μήνα, απαγόρευση εξόδου απ’ τη χώρα και καταβολή εγγύησης 20.000 ευρώ. Μέχρι σήμερα, η στοχοποίηση των συντρόφων συνεχίστηκε με δολιοφθορές στα οχήματά τους, κάμερα έξω απ’ το σπίτι του ενός συντρόφου και διαρκείς φυσικές παρακολουθήσεις.

3. Στις 22/11/22 τα ξημερώματα, οι μπάτσοι πραγματοποιούν επιχείρηση εντός της κοινότητας των προσφυγικών, κατά την οποία συλλαμβάνουν τον αναρχικό σύντροφο Κ. Δημαλέξη και προσαγάγουν τον συγκάτοικό του. Ο συγκάτοικος μεταφέρεται στη ΓΑΔΑ και αφήνεται λίγο αργότερα ελεύθερος, ενώ ο Κ.Δ. κρατείται στο δωμάτιό του, εντός της κοινότητας, για αρκετές ώρες, κατά τις οποίες οι μπάτσοι “ερευνούν” το χώρο, χωρίς να βρουν το οποιοδήποτε στοιχείο που να συσχετίζει τον σύντροφο με την υπόθεση για την οποία κατηγορείται. Την επιχείρηση αυτή θα ακολουθήσει και δεύτερη, αργότερα μέσα στη μέρα, αφότου ο Κ. Δ. έχει μεταφερθεί στη ΓΑΔΑ, με τα συντρόφια της κοινότητας των προσφυγικών και αλληλέγγυο κόσμο να προβάλουν σθεναρή αντίσταση μέσα από τα σπίτια και τις ταράτσες τους. Τη μαχητική υπεράσπιση της κοινότητας που είχε ως αποτέλεσμα την πολύωρη αντίσταση και τον τραυματισμό 7 μπάτσων των ΕΚΑΜ, ακολούθησε η σύλληψη 79 συντρόφων/ισσών.

Ο Κ.Δ, ύστερα από την πενθήμερη κράτησή του στη ΓΑΔΑ, στις 28/11 προφυλακίζεται με συνοπτικές διαδικασίες σε εισαγγελέα και ανακριτή κατηγορούμενος για έξι επιθέσεις της οργάνωσης «Χιλιάδες Ήλιοι της Νύχτας», συμπεριλαμβανομένης και της επίθεσης στα γραφεία της Real News-Real Fm τον Ιούλιο του 2022, που είχε πραγματοποιηθεί σε αλληλεγγύη με τον τότε κρατούμενο απεργό πείνας Γ. Μιχαηλίδη, και με τον σύντροφο Κ.Δ. να παρουσιάζεται ως αρχηγός της οργάνωσης. Μια προφυλάκιση που βασίστηκε σε εντυπωσιακά έωλα στοιχεία: υλικό από κάμερες, που αφορά υποτίθεται αμάξι συγγενικού προσώπου του Κ.Δ., το οποίο σύμφωνα με την ΕΛΑΣ έχει καταγραφεί την ημέρα της επίθεσης, παρότι στο ίδιο το υλικό δεν ταυτοποιείται ούτε το μοντέλο του οχήματος ούτε και η πινακίδα κυκλοφορίας , καθώς και μια κοντομάνικη μπλούζα που δε βρέθηκε στο χώρο του Κ.Δ., αλλά εμφανίστηκε ξαφνικά και ανεξήγητα ως στοιχείο από τις έρευνες. Ο σύντροφος από τότε παραμένει προφυλακισμένος, ενώ το μένος του κράτους εναντίον του δεν έχει σταματήσει εκεί καθώς ενώ βρισκόταν αρχικά στον Κορυδαλλό, κοντά στους οικείους και τους δικηγόρους του, πραγματοποιήθηκε εκδικητική μεταγωγή του στα Τρίκαλα, λόγω της αγωνιστικής στάσης του εντός των τειχών.

Ανιχνεύοντας τα κοινά σημεία

Οι σύντροφοι και των τριών υποθέσεων υπερασπίστηκαν από την πρώτη στιγμή της δίωξής τους την αναρχική τους ταυτότητα, ενώ παράλληλα δεν συνεργάστηκαν σε κανένα στάδιο και με κανέναν τρόπο με τις αρχές. Στο σύνολο τους αρνήθηκαν να δώσουν αποτυπώματα, DNA και φωτογραφίες όταν τους ζητήθηκε, καθώς κατά το παρελθόν σε πάμπολλες περιπτώσεις έχουν γίνει μεθοδεύσεις με βάσει αυτά και έχουν στηθεί ολόκληρα κατηγορητήρια που εν τέλει έπεσαν. Είναι δεδομένο δε ότι ακόμη και σε περιπτώσεις που οι διωκόμενοι αθωώνονται, οι διωκτικές αρχές διατηρούν μια τράπεζα DNA και αποτυπωμάτων μνη προχωρώντας στην καταστροφή τους, δημιουργώντας έτσι μια κάβα για άλλα μελλοντικά κατασταλτικά σχέδια.

Τόσο στην περίπτωση του Κ.Δ. που αρχικά κατηγορούνταν για διεύθυνση μιας ολόκληρης οργάνωσης και 6 επιθέσεις, ενώ το τελικό κατηγορητήριο τον εμπλέκει σε μια μόνο επίθεση ως «μέλος» αυτής, όσο και στην αρχική δικογραφία των Δ.Σ και Ρ.Ζ. όπου υπάρχει η αρχική κατηγορία της «εγκληματικής οργάνωσης», στη συνέχεια εκπίπτει σε «συμμορία» και δεν στοιχειοθετείται κατηγορία για άλλη εμπρηστική επίθεση όπως αρχικά αφηνόταν να εννοηθεί, γίνεται ξεκάθαρη η αίολη προσπάθεια αναβάθμισης. Προσπάθεια που πήρε άλλες διαστάσεις στην υπόθεση «σύντροφοι-συντρόφισσες», όταν στην αρχική δικογραφία γινόταν λόγος για 57 επιθέσεις και το τελικό κατηγορητήριο εμπεριέχει 3 (!), σε συνδυασμό με την πτώση της αρχικής κατηγορίας για «σύσταση τρομοκρατικής οργάνωσης», σε «ένταξη» σε αυτήν. Έτσι, γινόμαστε μάρτυρες της κατάρρευσης των σαθρών κατηγορητηρίων πριν καν φτάσουμε στις δικαστικές αίθουσες.

Ένα ακόμη κοινό στοιχείο μεταξύ των τριών υποθέσεων (και όχι μόνο) αποτελεί η αντιμετώπιση των συντρόφων από το σύνολο των καθεστωτικών ΜΜΕ, τα οποία σε αγαστή συνεργασία φυσικά με τους μπάτσους, μέσα από τα δελτία τύπου και διαρροές σε λακέδες-μπατσοδημοσιογράφους διογκώνουν τα κατηγορητήρια, ενώ τα τρομολαγνικά δελτία των 8 παρουσιάζουν τις “επιτυχίες” της ΕΛ.ΑΣ ως τρόπαια στα χέρια της, αποκαλύπτοντας στοιχεία των στημένων δικογραφιών και προβάλλοντας τα προφίλ των επικίνδυνων “τρομοκρατών”. Η Τέταρτη εξουσία λειτουργώντας ως συνέχεια των τριών πρώτων προετοιμάζει το έδαφος για τη δικαστική, δημιουργώντας το απαραίτητο “κλίμα”.

Ταυτόχρονα, η ενοχοποίηση κοινοτήτων και καταληψιών που συνδεόταν με τις ζωές των συλληφθέντων αποτελεί έναν ακόμη κοινό παρονομαστήτων υποθέσεων του Δημαλέξη και των συντρόφων Δ.Σ. και Ρ.Ζ. Η επίθεση στην κοινότητα των Προσφυγικών την ημέρα της σύλληψης του Κώστα, όπως και η εισβολή στη κοινότητα των κατειλημμένων Καστρόπληκτων στη Θεσσαλονίκη, ήταν άλλη μια (αποτυχημένη) προσπάθεια να χαθούν ανακτημένοι χώροι ελευθερίας μέσα στον αλλοτριωμένο αστικό ιστό. Και στις δύο περιπτώσεις αξίζει να σημειωθεί η άμεση αντίδραση των καταληψιών και η έμπρακτη αλληλεγγύη προς τα συλληφθέντα συντρόφια, καθώς και η στήριξή τους από συντροφικό κόσμο με άμεσες συγκεντρώσεις.

Βιώνουμε μια εποχή εντεινόμενης κρατικής βίας και καταστολής. Παράλληλα με την έξαρση της αστυνομοκρατίας και τις κατασταλτικές αυθαιρεσίες, η θανατοπολιτική του κράτους είναι το δυστοπικό παρόν που οφείλουμε να αντιπαλέψουμε.

Από την κρατική δολοφονία δεκάδων ανθρώπων στα Τέμπη, στην εκατόμβη νεκρών προσφύγων και μεταναστών σε Πύλο και Έβρο και από τις φονικές πυρκαγιές 2 εκατομμυρίων στρεμμάτων γης το τελευταίο τρίμηνο, στη «σφαγή» δεκάδων κατοίκων της Θεσσαλίας και χιλιάδων ζώων στις πλημμυρισμένες κοιλάδες του Κάμπου. Ταυτόχρονα καθημερινά εργατικά δυστυχήματα αναδύουν τη βρώμα του καπιταλιστικού οικοδομήματος με εργάτες και εργάτριες να θεωρούνται αναλώσιμοι/ες και να θυσιάζονται στο βωμό της μεγιστοποίησης του κέρδους.

Σε απόλυτο συντονισμό με τα παραπάνω, η καθημερινή δράση των μπάτσων στα πεζοδρόμια και τους δρόμους της πόλης αποκαλύπτει ότι κατέχουν το ακαταλόγιστο για τη δικαιοσύνη, ότι μπορούν να προβαίνουν σεαπόπειρες δολοφονίας (16χρονη αντιφασίστρια) ή ακόμη και να δολοφονούν, όπως σε πλήθος περιπτώσεων: τηδολοφονία του Ν. Σαμπάνη στο Πέραμα, του Ιάσονα έξω από την Βουλή, την καταδίωξη και δολοφονία του Κ. Φραγκούλη στη Θεσσαλονίκη, τη δολοφονία του Κ.Μανιουδάκη στα Χανιά. Μπορούν ακόμα και να βιάζουν μέσα στα τμήματα (υπόθεση Ομόνοιας) μετατρέποντας τον κοινωνικό χώρο σε μία αρένα όπου η ΕΛ.ΑΣ επιβάλλεται δια της βίας επάνω στην κοινωνία.

Κι όλα αυτά, παράλληλα με την εντεινόμενη επίθεση στα κομμάτια που αντιστέκονται με σκοπό να τα καταστείλουν. Με δεκάδες διώξεις αγωνιστών,εκκενώσεις καταλήψεων και ανακτημένων χώρων (στέκι Βιολογικού,Terra Incognita, 111, Mundo Nuevo, στέκι Πολυτεχνείου, Άνω-Κάτω Πατησίων, Ζιζάνια, Ευαγγελισμός), επιθέσεις σε καμπς μεταναστών και το πογκρόμ κατά του προσφυγικού καταυλισμού των Κούρδων στο Λαύριο.

Απέναντι στην θανατοπολιτική του κράτους, όσα αγωνίζονται για την ανατροπή του κόσμου της εξουσίας αποτελούν τον εσωτερικό εχθρό στον οποίον το κράτος έχει εξαπολύσει αναβαθμισμένη επίθεση.

Η μάχη με τον εσωτερικό εχθρό επιτελείται με διάφορες σκοπιμότητες από πλευράς κράτους. Είναι σαφής η αναγνώριση ενός πραγματικού ή δυνητικού (αναλόγως την συγκυρία) κινδύνου που διατρέχει. Οι άνθρωποι που συγκροτούν το ευρύτερο ανταγωνιστικό κίνημα άλλωστε είναι ακριβώς αυτοί που κρατούν την αμφισβήτηση του μονοπωλίου λόγου και βίας του κράτους ενεργή σε καθημερινή βάση. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που προσπαθούν, με μεγαλύτερη ή μικρότερη επιτυχία, να πυροδοτήσουν συλλογικούς αγώνες σε πλήθος κοινωνικών πεδίων και που προσπαθούν να ενισχύσουν με διάφορους τρόπους τις κοινωνικές εκρήξεις που προκύπτουν ως φυσική αντίδραση στην εξαθλίωση που φέρνει ο καπιταλισμός και το εξουσιαστικό οικοδόμημα. Από εκεί και πέρα, επιτελεί κι έναν διπλό επικοινωνιακό ρόλο. Από την μία το κράτος έχει θεμελιώδη ανάγκη να εμφανίζεται ως εγγυητής της τάξης, στο υποτιθέμενο κοινωνικό συμβόλαιο που επικαλείται για να νομιμοποιεί την εξουσία του και να συντηρεί το μονοπώλιο στη βία. Από την άλλη, για το κράτος η ατζέντα της “πάταξης της εγκληματικότητας”, στην οποία εντάσσει την καταστολή των αγώνων προσπαθώντας να τους αποπολιτικοποιήσει, αποτελεί ένα έδαφος από το οποίο συχνά αντλούνπολιτικά και εκλογικά οφέλη οι εκάστοτε διαχειριστές του απευθυνόμενοι στο πιο μικροαστικό και κανιβαλίστικο ακροατήριό τους.

Οι συνεχείς διώξεις αγωνιστών και αγωνιστριών,η ποινικοποίηση των φιλικών και συντροφικών μας σχέσεων αλλά και της δραστηριοποίησης στον αναρχικό χώρο αυτής καθεαυτής είναι μερικά μόνο εργαλεία της συνολικής κατασταλτικής στρατηγικής του κράτους. Επιπλέον, ενώ γίνεται προσπάθεια να απονοηματοδοτηθεί η πολιτική δράση, η οποία και δεν αναγνωρίζεται ως τέτοια απ’ τη δικαστική εξουσία, βλέπουμε ναδιώκεται αναβαθμισμένα. Με τις συνεχείς, μάλιστα, αυστηροποιήσεις του Ποινικού Κώδικα και ιδιαίτερα του νόμου περι εγκληματικών οργανώσεων και του τρομονόμου (ΠΚ 187/187Α) το κράτος ενισχύει συνεχώς το νομικό οπλοστάσιό. Ως εργαλείο στα χέρια της δικαιοσύνης η αναθεώρηση του Ποινικού Κώδικα, αλλά και εσχάτως του Σωφρονιστικού, καταδεικνύουν τηβαρβαρότητα που επιθυμεί να επιβάλλει το κράτος πάνω στο κοινωνικό σώμα, αλλά στοχευμένα και με μεγαλύτερη ένταση στα κομμάτια που αντιστέκονται.

Ο κατασταλτικός μηχανισμός του κράτους, όμως, δεν έχει ως μόνο στόχο τις καταδίκες. Οι διώξεις της κρατικής ασφάλειας και της αντιτρομοκρατικής αποτελούν από μόνες τους κατασταλτικό εργαλείο κομβικής σημασίας στο πεδίο του κοινωνικού-ταξικού πολέμου. Οι παρακολουθήσεις, οι δεξαμενές υπόπτων και το αναβαθμισμένο φακέλωμα με τη χρήση του DNA, οι απειλές, οι μπούκες σε σπίτια και πολιτικούς χώρους, οι κατασχέσεις αντικειμένων, οι περιοριστικοί όροι, τα υπέρογκα ποσά σε εγγυήσεις, πρόστιμα και παράβολα δικηγόρων, καθώς οι προφυλακίσεις που φτάνουν έως και 18 μήνες, δεν στοχεύουν μόνο στην καταδίκη των αγωνιστ(ρι)ών, αλλά αποτελούν και αυτοτελή πολιτική επιδίωξη του κράτους. Μια προσπάθεια ηθικής και υλικής εξόντωσης, απομόνωσης και εκφοβισμού οποιασδήποτε και οποιουδήποτε τολμά να αμφισβητήσει το υπάρχον και έρχεται σε σύγκρουση με αυτό.

Στοχοποίηση της αναρχικής ταυτότητας

Η υπόθεση σύντροφοι/συντρόφισσες, αποτελεί προεξέχων παράδειγμα μιας διαρκούς επιδίωξης των κρατικών μηχανισμών για στοχοποίηση ατόμων (αλλά και συλλογικοτήτων άλλες φορές) και ενοχοποίησής τους μόνο και μόνο λόγω της πολιτικής τους ταυτότητας. Ακόμη κι αν το αρχικό “γελοίο” κατηγορητήριο, που συμπεριλάμβανε δεκάδες επιθέσεις, κατέπεσε, η απόπειρα κατασκευής μιας τρομοκρατικής οργάνωσης με το όνομα “σύντροφοι συντρόφισσες”, μια από τις πιο κοινές υπογραφές του αναρχικού χώρου, αποτελεί ένα αναβαθμισμένο κατασταλτικό πείραμα από την πλευρά του κράτους. Η ευρεία χρήση της υπογραφής σημαίνει ότι σχηματίζεται μια τεράστια δεξαμενή εν δυνάμει υπόπτων που μπορούν ανά πάσα στιγμή να βρεθούν κατηγορούμενοι/ες. Σε περίπτωση καταδικαστικής απόφασης δε, θα λυθούν τα χέρια του κράτους που θα έχει πλέον διαθέσιμη μια υπόθεση-ομπρέλα στη βάση της οποίας θα μπορεί να στοχοποιεί ολόκληρο τον ανταγωνιστικό χώρο ψάχνοντας για υποτιθέμενα μέλη. Ενδεικτικό του τι προμηνύεται είναι ότι κατά το σχηματισμό της δικογραφίας κλήθηκαν για ανάκριση δεκάδες άτομα με βάση το στίγμα του κινητού τους το οποίο τους ταυτοποίησε στην περιοχή των Εξαρχείων ύστερα από άρση του τηλεφωνικού απορρήτου. Η στρατηγική αυτή των διωκτικών αρχών δηλώνει ξεκάθαρα την πρόθεσή τους να χρησιμοποιήσουν την υπόθεση αυτή ως οδηγό για να στείλουν ένα προειδοποιητικό μήνυμα στα άτομα του κινήματος.

Αντίστοιχα,τόσο στην περίπτωση των 2 συντρόφων στη Θεσσαλονίκη,όσο και στην περίπτωση του Κώστα Δημαλέξη, η αναρχική ταυτότητα των κατηγορουμένων και η «γνωστή στην Κρατική Ασφάλεια δράση τους εντός του αντιεξουσιαστικού χώρου» -όπως άλλωστε αναφέρεται και στις δικογραφίες- αποτελεί από μόνη της ικανή συνθήκη για να θεωρηθεί κάποιος ύποπτος (και γιατί όχι και ένοχος) τέλεσης του όποιου «αδικήματος».

Όταν μιλάμε για αναρχική ταυτότητα και τηστοχοποίηση του κράτους στα υποκείμενα που τη φέρουν, δεν εννοούμε απλώς και μόνο ένα αφηρημένο σύστημα ιδεών και αξιών που μοιράζονται τα άτομα του ευρύτερου α/α-χώρου. Αδιαμφισβήτητα, έχουν υπάρξει ιστορικά και άτομα που έχουν βρεθεί στην δίνη της καταστολής χωρίς να έχουν κάποια οργανική σχέση με το ανταγωνιστικό κίνημα. Και σαφώς είναι αναρίθμητα τα δικαστήρια στα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί ως πειστήρια η ταυτότητα του αναρχικού, μπροσούρες και βιβλία τέτοιου περιεχομένου, ή ακόμη και αναζητήσεις στο διαδίκτυο σχετικά με κινηματικά κείμενα και δράσεις. Παρόλα αυτά, εν μέσω πλαστών στοιχείων, στημένων υποθέσεων και επιχειρημάτων περί ενοχής των οποίων η απουσία στοιχειώδους λογικής συγκρότησης μετά βίας κρύβεται κάτω από μία νομικίστικη επένδυση, βρίσκονται συντρόφια ενεργά στο ανταγωνιστικό κίνημα. Σύντροφοι και συντρόφισσες που προσπαθούν με διάφορους τρόπους να συγκροτήσουν συλλογικά αναχώματα στην κρατική επέλαση σε πλήθος κοινωνικών πεδίων. Που μιλάνε, γράφουν και δρουν ενάντια στο κρατικό μονοπώλιο της βίας προσπαθώντας να δημιουργήσουν ρωγμές σε ένα σύστημα αξιών που θεμελιώνεται στους αποκλεισμούς και την επιβολή της εξουσίας.

Η προσπάθεια της κρατικής τρομοκρατίας να περιορίσει τους αγωνιστές, είναι προσπάθεια για να περιορίσει τον ίδιο των αγώνα.

Η απόπειρα εξόντωσης των αγωνιστ(ρι)ών επιχειρείται με διάφορους τρόπους. Με την οικονομική αφαίμαξη που υπάρχει από την αρχή μέχρι το τέλος της οποιασδήποτε ποινικής εμπλοκής (πρόστιμα, εγγυήσεις, παράβολα, δικηγόροι κτλ). Με παρακολουθήσεις και συνεχή πίεση από μπάτσους, προσπαθώντας να δημιουργήσει ένα ασφυκτικό περιβάλλον και να τρομοκρατήσει τα υποκείμενα που στοχοποιεί και να διαταράξει όσο περισσότερο μπορεί την καθημερινότητά τους. Με τους λεγόμενους “περιοριστικούς όρους”, που επιβάλλονται υποτίθεται για να προστατευτεί το κοινωνικό σύνολο μέχρι να πραγματοποιηθεί η δίκη, αλλά που στην πράξη αποτελούν από μόνοι τους μία άκρως τιμωρητική και εκδικητική διαδικασία. Δικαστές και εισαγγελείς επιβάλουν όλο και περισσότερους και πιο ακραίους περιοριστικούς όρους, ειδικά σε περιπτώσεις που είναι προφανής η έλλειψη στοιχείων που θα μπορούσαν να σταθούν σε δίκη και να οδηγήσουν σε καταδικαστική απόφαση. Αυτή η πρακτική μπορεί να κάνει αφόρητη τη ζωή των συντρόφων και των συντροφισσών μας με συνεχείς παρουσίες σε Α.Τ., απαγόρευση κοινωνικών σχέσεων ή εισόδου σε περιοχές όπως τα Εξάρχεια, αποκλεισμός εντός της χώρας ή ακόμη και επιμέρους πόλεων. Τρανταχτό παράδειγμα η περίπτωση του Γ.Ι., ο οποίος στην ουσία βρίσκεται 3,5 χρόνια σε ακραίο καθεστώς ομηρίας, με τους 9 περιοριστικούς όρους που του επιβλήθηκαν το 2020 να είναι ακόμη σε ισχύ,απαγορεύοντάς του μέχρι και να σπουδάσει στο Πανεπιστήμιο όπου είναι πλέον φοιτητής.

Επιπλέον, πάγια πρακτική ενάντια στο αγωνιστικό κίνημα, είναι η απόπειρα αποπολιτικοποίησης των δράσεων που πραγματοποιούν τα μέλη του και η παρουσίασή τους ως “κοινό έγκλημα”, με ταυτόχρονη απόκρυψη των λόγων και των στοχεύσεων των δράσεων αυτών. Η επιδίωξη της κοινωνικής νομιμοποίησης των διώξεων αγωνιστών και αγωνιστριών είναι μία από τις βασικές στοχεύσεις του κράτους όταν -σε πλήρη συνεργασία με τους μπάτσους- τα ΜΜΕ διοχετεύουν ψευδείς πληροφορίες που κατασκευάζουν στοιχεία και οργανώσεις μέσω των ρουφιανο-καναλιών, στήνουν τηλε-δίκες και διαπομπεύουν συντρόφια μας ως “στυγνούς εγκληματίες”.

Ταυτόχρονα, η διάχυση του φόβου πραγματοποιώντας δεκάδες προσαγωγές, συλλήψεις ακόμη και φυλακίσεις κοντινών ανθρώπων, αποτελεί απόπειρα απομόνωσης και ψυχικής εξόντωσης των συντρόφων/ισσών που βρίσκονται στο στόχαστρο του κράτους. Η τακτική αυτή εφαρμόζεται συχνά σε μια προσπάθεια αποσύνδεσης των αγωνιζόμενων ατόμων από τις φιλικές και συντροφικές σχέσεις, τους υποστηρικτικούς κύκλους τους ή ακόμα και στοχοποιώντας μέλη του οικογενειακού κύκλου αγωνιστών (απαγωγή του παιδιού των Ρούπα-Μαζιώτη και φυλάκιση της μητέρας των αδελφών Τσάκαλουκαθώς και της συντρόφου του ενός).

Τέλος, η συνθήκη της προσωρινής κράτησης έρχεται να τιμωρήσει τον κάθε αγωνιστή και να τον «σωφρονίσει» πριν καν αυτός/η δικαστεί, με πολλές περιπτώσεις κατηγορούμενοι που έχουν περάσει ακόμη και 18 μήνες στην φυλακή αφότου δικάζονται να αθωώνονται. Όταν δε οι προφυλακίσεις αφορούν αναρχικούς κρατουμένους που συνεχίζουν τον αγώνα τους και εντός των τειχών και αντιστέκονται, η υπηρεσία της κάθε φυλακής, οι διευθύνσεις του εκάστοτε κολαστηρίου, η Κεντρική Επιτροπή Μεταγωγών και το υπουργείο ΠΡΟΠΟ φροντίζουν ώστε να τους τιμωρούν με έναν ακόμη τρόπο, τις εκδικητικές μεταγωγές. Μεταγωγές που πολύ συχνά θα γίνουν σε ανύποπτο χρόνο χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση, με εισβολές στα κελιά για υποτιθέμενες έρευνες και που έχουν ως αποτέλεσμα την απομάκρυνση των εκάστοτε αγωνιστών από τα συγγενικά τους πρόσωπα, τους συντρόφους αλλά και τους δικηγόρους τους, κάνοντας έτσι ακόμη πιο δύσκολη και κοστοβόρατην προετοιμασία της υπεράσπισής τους. Παράδειγμα αντίστοιχων πρακτικών η μεταγωγή του Κ. Δημαλέξηαπό τον Κορυδαλλό στα Τρίκαλα, του Θ. Χατζηαγγέλουαπό τον Κορυδαλλό στη Νιγρίτα Σερρών και των 7 αγωνιστών από τον Κορυδαλλό σε φυλακές όλης της χώρας τον Οκτώβρη του 23 εν μέσω γενικευμένων κινητοποιήσεων.

Ποινικό οπλοστάσιο και τρομονόμοι

Με τις συνεχείς τροποποιήσεις στον Ποινικό Κώδικα και στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, το κράτος αυστηροποιεί συνεχώς την ποινική διαχείριση τωνπολιτικών –και όχι μόνο- δράσεων και των κινήσεων αντιβίας. Πιο συγκεκριμένα, οι εξαγγελίες που αφορούν την εκ νέου τροποποίηση του ΠΚ και του ΚΠΔ –οι οποίες αναμένεται να κατατεθούν προς δημόσια διαβούλευση αυτές τις μέρες- φτάνουν να μιλούν για εξίσωση της απόπειρας τέλεσης μιας πράξης με την ίδια την πραγματοποίησή της. Ακόμη, μπαίνει στο στόχαστρο μία από τις τελευταίες δικλείδες που παρείχαν μία κάποια προστασία από την άκρατη διάθεση εισαγγελέων και δικαστών για μαζικές φυλακίσεις, την αναστολή ποινής. Πλέον, συζητιέται για ποινές από 2 και πάνω χρόνια, ή για καταδίκες που αφορούν ίδιο έγκλημα για το οποίο υπάρχει πρότερη καταδίκη – και ανεξαρτήτως της σοβαρότητάς του- να υπάρχει αναγκαστικά εκτίσημομέρος ποινής. Ως “καρότο” εδώ παρουσιάζεται η μετατροπή ποινών σε χρηματικές ποινές (μέτρο που υπάρχει ήδη κατά περιπτώσεις) και σε κοινωφελή εργασία, προσπαθώντας να καλυφθεί το γεγονός ότι πλέον ένα σπρέι ή μια μικροκλοπή μπορεί δυνητικά ναοδηγήσει σε κίνδυνο φυλάκισης.

Το βασικό ποινικό εργαλείο του κράτους, που εδώ και πάνω από δύο δεκαετίες του “λύνει τα χέρια”, είναι οι λεγόμενες “αντιτρομοκρατικές” νομοθεσίες, τα άρθρα δηλαδή 187 και 187Α περί εγληματικών οργανώσεων. Κάθε ποινικά κολάσιμη πράξη που εμπίπτει σε αυτά τα άρθρα, αναβαθμίζεται αυτομάτως. Δράσεις συμβολικού χαρακτήρα ή που εμπεριέχουν μικροφθορές φτάνουν πλέον να μπορούν να δικαιολογήσουν σύσταση εγκληματικής οργάνωσης αν γίνονται επαναλαμβανόμενα και οργανωμένα. Και φυσικά, άπαξ και υπάρχει κατηγορία που εμπίπτει σε αυτά τα άρθρα, οι ακραίοι περιοριστικοί όροι και οι προφυλακίσεις αγωνιστ(ρι)ών παρουσιάζονται ως σχεδόν φυσικό επακόλουθο.

Ιστορικά, το αντιτρομοκρατικό οπλοστάσιο του ελληνικού κράτους αναπτύχθηκε για να εξαφανίσει το ένοπλο αντάρτικο πόλης, αλλά οι νομικές ρυθμίσεις που έφερε εφαρμόστηκαν γρήγορα σε οργανώσεις που χρησιμοποιούσαν οποιουδήποτε είδους αναβαθμισμένα μέσα, αλλά και σε μεμονωμένα άτομα («ατομική τρομοκρατία»). Σ’ αυτές τις πρώτες υποθέσεις που εφαρμόστηκε, η νομοθεσία αυτή έκανε δυνατό ένα είδους πογκρόμ στο ευρύτερο ανταγωνιστικό κίνημαεμπλέκοντας πλήθος ανθρώπων που συνδέονταν με κάθε είδους έμμεσο τρόπο με τις υποθέσεις αυτές και που βρέθηκε να βγάζει ακόμη και χρόνια εντός της φυλακής προτού αθωωθεί. Κι αν τότε, στην βάση αυτών των πογκρόμ, υπήρχε μια λογική απομόνωσης των μελών της κάθε οργάνωσης, είναι σαφές ότι το κράτος δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεκμετάλλευτη την δυνατότητα μαζικής τρομοκράτησης αγωνιστ(ρι)ών και τον έμμεσο περιορισμό κάθε είδους πολιτικής δράσης.

Οι αντιτρομοκρατικές νομοθεσίες έχουν πολύ μεγάλες συνέπειες και κατά την απόδοση ποινών, αλλά και μετέπειτα, στην ίδια την έκτιση της εκάστοτε ποινής. Αγωνιστές και αγωνίστριες που έχουν καταδικαστεί για τρομοκρατία έχουν να αντιμετωπίσουν εξοντωτικές ποινές, με τα άνω όρια των ποινών και των εκτίσημων χρόνων να εκτοξεύονται και πάλι προς τα πάνω. Στερούνται άδειες και υφ όρων αποφυλακίσεις με την πρόφαση της επικινδυνότητας για το κοινωνικό σύνολο, ενώ στην πραγματικότητα τους ζητείται η μεταμέλεια κι η αποκήρυξη του αγώνα τους. Στοχοποιούνται από την υπηρεσία των φυλακών και λόγω της δράσης τους εκτός των τειχών, αλλά και λόγω αυτής εντός, με συνεχείς μεταγωγές σε απομακρυσμένες φυλακές, κράτηση σε πειθαρχία, απαγόρευση επικοινωνίας με οικείους και δικηγόρους. Εφαρμόζεται δηλαδή πάνω τους ένα ειδικό καθεστώς εξαίρεσης, με το καθεστώς αυτό να προσπαθεί συνεχώς να επεκταθεί και σε ευρύτερα κομμάτια του έγκλειστου πληθυσμού με τις επίσης συνεχείς τροποποιήσεις του Σωφρονιστικού Κώδικα και την ολοένα και πιο σκληρή αντιμετώπιση κάθε δράσης εντός των φυλακών.

Για εμάς, η υπεράσπιση και η προστασία των συντρόφων και συντροφισσών που βρίσκονται στο στόχαστρο της κρατικής καταστολής, συνδέεται θεμελιακά με την ηθική δικαίωση και την πολιτική υπεράσπιση κάθε κίνησης αντιβίας.

Αντιπαρερχόμαστε την διάκριση μεταξύ αθώων και ενόχων με την αλληλεγγύη μας σε κάθε άτομο που επιχειρεί να καταφέρει μικρά ή μεγαλύτερα πλήγματα στην κρατική μηχανή, τόσο σε ιδεολογικό, όσο και σε πρακτικό επίπεδο.

Από τη στέρηση της ελευθερίας με την προφυλάκιση του Κώστα Δημαλέξη μέχρι την ιδιότυπη “εξορία” του Γ.Ι. στην πόλη της καταγωγής του στην υπόθεση «σύντροφοι/ισσες» και από την απαγόρευση των επαφών μεταξύ των συντρόφων όπως και της ενασχόλησής τους με οποιαδήποτε κινηματική δραστηριότητα μέχρι τις παρακολουθήσεις και τις κάμερες έξω από τα σπίτια των συντρόφων από τη Θεσσαλονίκη, η εξουσία δείχνει τα δόντια της και τα τσιράκια της, δικαστικοί και μπάτσοι,προσπαθούν να εγκαθιδρύσουν ένα κλίμα τρομοκρατίας απέναντι σε όποιον/α δεν σκύβει το κεφάλι μπροστά στον σύγχρονο ολοκληρωτισμό, ορθώνει ανάστημα και αγωνίζεται.

Καλούμαστε να σπάσουμε κάθε τείχος που επιχειρείταινα χτιστεί από το κράτος και να βαδίσουμε δίπλα σε διωκόμενους αγωνιστές και αγωνίστριες, οι οποίες/οι με τη στάση τους πήραν θέση στον ολοένα και πιο έντονο ταξικό πόλεμο της εποχής μας. H άρνηση να εγκαταλείψουμε τις σχέσεις μας υπό τον φόβο της καταστολής, είναι άλλη μία πλευρά του πολέμου ενάντια στους κρατικά επιβαλλόμενους αποκλεισμούς, ενός πολέμου που αποτελεί την πολιτική αφετηρία ή και τον λόγο που πολλά από εμάς βρισκόμαστε στον α/α-χώρο.

Οι τρείς αυτές περιπτώσεις διώξεων εντάσσονται με εμβληματικό τρόπο στο γενικότερο πλαίσιο ποινικοποίησης των ζωών μας ως τιμωρία για τις ιδέες μας. Οι αναρχικές και οι αναρχικοί δεν διώκονται απλά για αυτά που πιστεύουν, αλλά γιατί αυτά που πιστεύουν μπορούν να γίνουν επικίνδυνα. Και είναι ακριβώς γι’αυτό το λόγο που δεν είμαστε διατεθημένες/οι να σταματήσουμε να πιστεύουμε σε αυτά και δε πρόκειται να σταματήσουμε να αμφισβητούμε κάθε εξουσιαστική επιβολή ως αναπόδραστη συνέπεια του κόσμου μας. Αντιλαμβανόμαστε τους εαυτούς μας και τις εαυτές μας ως αναπόσπαστο κομμάτι του αναρχικού χώρου και δεν αφήνουμε κανένα μόνο του απέναντι στις εκδικητικές κρατικές διώξεις. Απέναντι σε κάθε κατασταλτική επίθεση του κράτους προτάσσουμε την αλληλεγγύη και στεκόμαστε συλλογικά. Γιατί είμαστε όλοι και όλες εν δυνάμει ένοχοι/ες, γιατί είμαστε όλοι και όλες σύντροφοι και συντρόφισσες.

“Θάρρος λοιπόν, σύντροφοι, χτυπήστε σκληρά το τέρας της εξουσίας, διαλύστε τη μηχανή της καταπίεσης, ανεμίστε δίχως φόβο τη σημαία της Αναρχίας” (Γάλλοι αναρχικοί κατάδικοι-αλληλέγγυοι με τον Clément Duval)

ΚΑΝΕΝΑΣ-ΚΑΜΙΑ ΜΟΝΗ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΙΣ ΜΕΘΟΔΕΥΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

ΝΑ ΤΣΑΚΙΣΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΤΡΟΜΟΝΟΜΟΥΣ ΚΑΙ ΤΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ ΟΜΗΡΙΑΣ

ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΥΣ – Η ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΤΟ ΟΠΛΟ ΜΑΣ

Συνέλευση Αλληλεγγύης στους φυλακισμένους,
φυγόδικους και διωκόμενους αγωνιστές


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *